- ηρωογονία
- ἡρωογονία, ἡ (Α)(κατά τον Πρόκλο) ως κύρ. όν.. Ήρωογονίατίτλος ποιήματος τού Ησιόδου.[ΕΤΥΜΟΛ. < ήρως, -ωος + -γονία (< -γονος < γίγνομαι), πρβλ. θεο-γονία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἡρωογονίας — ἡρωογονίᾱς , ἡρωογονία fem acc pl ἡρωογονίᾱς , ἡρωογονία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ήρωας — Mυθικό ον, στο οποίο αποδιδόταν λατρεία στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Ο ή. διακρινόταν από τη θεότητα, γιατί τον θεωρούσαν θνητό και μόνο μετά τον θάνατό του –έναν θάνατο συχνά ασυνήθιστο– αποκτούσε την ικανότητα να βοηθάει στις ανάγκες τους… … Dictionary of Greek